Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΝΑ ΜΕ ΘΥΜΑΣΑΙ


ΝΑ ΜΕ ΘΥΜΑΣΑΙ

(Κάποιοι άνθρωποι δεν πρόλαβαν να ζήσουν,
θυσιάστηκαν για μας, οφείλουμε να τους θυμόμαστε!)
Να με θυμάσαι!
Όταν το άροτρο ετοιμάζεις για τη σπορά
Να με θυμάσαι στις πεζούλες του θερισμού
Να με θυμάσαι στα όνειρα που κάναμε μαζί
Στις σταγόνες της κληματόβεργας.
στης βροχής τις ασίγαστες μπόρες
Δεν τελειώνει η ζωή ούτε τ’ όνειρο.
Στις γειτονιές των αγγέλων θεριεύει.
Καμένη η ψυχή μας απ τα άδικο, προσδοκά
το τιμόνι ν αλλάξει.
Για χρόνια του ήλιου το άροτρο
μεθυσμένο, μας έχει ξεχάσει.
Πείνα και θλίψη στους δρόμους
στις αποθήκες το στάρι σαπίζει
στις στράτες περνούν οι Αβόλευτοι
προσπερνούν κι η γη κοκκινίζει.
Στους δρόμους, δε σπέρνουν πλέον χαρά,
ρόδα κι αμύγδαλα πλέον δεν έχουν.
Απορρίμματα πλέον πετούν
και με αίμα του τόπου τα ραίνουν.
Να με θυμάσαι, όταν πίνεις κρασί
να με θυμάσαι στις στενοχώριες
μα προ πάντων, να με θυμάσαι στις χαρές
Εγώ δε γνώρισα τη χαρά,
εγώ δεν μπόρεσα να ζήσω.
Με το χώμα του τόπου μιλώ
και στις πέτρες της γης ψιθυρίζω :
Να με θυμάσαι !

ΓΕΡΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Δραστηριότητες στη φύση Τρέξιμο και αθλητικές δραστηριότητες οικολογικές παρεμβάσεις Γεύμα (Πικ-Νικ) Περίπατος και αναψυχή  Καλλιτεχνικές δραστηριότητες

Ο ΚΑΠΡΟΣ

Κάθε σπίτι είχε και το γουρούνι του εκείνα τα χρόνια. Δεν χρειάζονταν τότε ανακύκλωση και σκουπιδιάρα στο χωριό μας. Όλα τα αποφάγια πήγαιναν στο χοίρο. Με ερχομό των Χριστουγέννων έσφαζαν το ζώο και το κρέας κάλυπτε όλη τη χειμερινή περίοδο. Δεν χρειάζονταν εισαγωγές κρέατος, όπως σήμερα. Οι «τσιγαρίδες» αποθηκευμένες στο λίπος του γουρουνιού, κράταγαν μέχρι το φύτεμα του καπνού και δεν έλειπε ο μεζές από τα σπίτια μας, παρότι δεν είχαμε ψυγεία και τις ανέσεις που προσφέρει η ηλεκτρική ενέργεια σήμερα. Το κρέας του χοίρου, ταϊσμένο με βελανίδι της περιοχής, ήταν νοστιμότατο και δεν είχε καμία σχέση, με το σημερινό. Ο μπάρμπα-Λάκιας όμως δεν έσφαξε το «καπρί» εκείνη τη χρονιά. Αυτό αγρίεψε, όπως αγριεύει κάθε χοίρος, που ξεπερνάει τα δύο έτη. Πηγαίνοντας η Γεωργία, με τη συννυφάδα της, να ταΐσει τις κότες, ο χοίρος τους επιτέθηκε και τις κυνήγησε. Ο Βαγγέλης τις αποπήρε: -Δεν ντρέπεστε να σας κυνηγάει το γουρούνι, είπε; Και τότε το «καπρί» παρατάει τις γυναίκες και κυνηγάει το Βαγγ

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Μία ξεχωριστή εργασία για το Δημοτικό τραγούδι. ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ             Το 1814 ένας ναύτης ευρισκόμενος στο ναυτικό νοσοκομείο   της Αγγλίας για θεραπεία   τραγουδάει: «Συννέφιασε στον Παρνασσό βρέχει στα καμποχώρια Κι εσύ Διαμάντω νύχτωσες που πας αυτή την ώρα Πάω για αθάνατο νερό, αθάνατο βοτάνι Να δώσω στης αγάπης μου ποτέ να μην πεθάνει» Ο αρχίατρος του νοσοκομείου παραξενεύεται και τον ρωτάει που έμαθε αυτά τα εκπληκτικά   άσματα. Ο ναύτης του απαντά ότι όλοι στην πατρίδα του τραγουδούν τέτοια τραγούδια και ο φον Χαξτχάουζεν, ο αρχίατρος   του νοσοκομείου, αν και μιλάει   13 γλώσσες παραξενεύεται ευχάριστα και του λέει να του φέρει μερικά ακόμη. Ο ναύτης τον φέρνει σε επαφή με τον Θεόδωρο Μανούση και τον καλεί στο σπίτι του να γνωρίσει την γιαγιά του απ’ τη Μακεδονία η οποία ξέρει όλα αυτά τραγούδια απ’ έξω κι ανακατωτά. Η κυρία Αλεξάνδρα του μεταδίδει τις γνώσεις της. Αρχίζει η πρώτη καταγραφή. Έτσι δημιουργήθηκε η Πρώτη συλλογή Δημοτικών τραγουδιών και τυπώ