Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2018

ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ

ΔΑΚΡΥΑ Τα δάκρυά μας, θάλασσα γαλήνης   τα δάκρυά μας, θάλασσα καυτά σκεπάζουν τους νεκρούς μας και τη βία   το δράμα, την οργή, την προσφυγιά. Ποια θάλασσα εμάς θα μας σκεπάσει; Ποια μάνα δε θα κλάψει ένα παιδί; Ποιο σύνορο, τη μάνα θα κρατήσει μακριά, απ του παιδιού της, τη ζωή; Σου στέλνω κάθε βράδυ με το κύμα τα δάκρια της μάνας τα καυτά Κι αν κρύωσες παιδάκι μου στο μνήμα να σε σκεπάζουν να σου δίνουν ζεστασιά. Ο πρόσφυγας, δε θέλει μεγαλεία μόνο της μάνας, θέλει την ευχή Θέλει να μην πεθάνει το παιδί του θέλει μιαν ευκαιρία στη ζωή.  ΓΕΡΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΜΙΑ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΜΙΑ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ Ανοίξαμε τις καρδιές και ξεκλειδώσαμε σύνορα Κοιταχτήκαμε στα μάτια πέρα απ’ τη χώρα του εγώ. Είδαμε τα θολωμένα συναισθήματα. Ποτάμι οι λέξεις και μετά σιωπή. Τώρα μιλούσαν οι καρδιές. Κάποιοι δεν άντεξαν ρήγισαν Και μετά σιωπή. Δάκρυα τότε κυλούσαν στο πρόσωπο Και ημέρεψαν οι καρδιές. Γαληνέψαμε κι η ταραχή έσβησε τα χνάρια της λύπης μα ένας κόμπος βαρύς έσφιγγε την ψυχή μας Σας μιλούνε τα ποιήματα Κι ένας κόμπος βαρύς Τώρα πια δεν μας πνίγει. Δάκρυα τότε ξεπέζεψαν απ’ το πρόσωπο Κι απ’ την καρδιά μας τα ευλογημένα Συναισθήματα. Μας μιλούσαν τα ποιήματα ! Γερογιάννης  Γιάννης https://www.youtube.com/watch?v=dnL5xhYdbvc  

ΞηρόμεροNews: Παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Γιάννη Γερογ...

ΞηρόμεροNews: Παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Γιάννη Γερογ... : Την Τετάρτη 12.12.2018 και ώρα 18:30 Oι εκδόσεις «Δρόμων», και ο Γιάννης Γερογιάννης  Συγγραφέας-Ποιητής σας προσκαλούν στην παρουσ...

ΤΑ ΠΟΛΥΣΠΟΡΙΑ

ΤΑ ΠΟΛΥΣΠΟΡΙΑ Τον Νοέμβριο ο λαός μας τον λέει και «χαμένο». Λένε πως άμα ξεκινήσει να βρέχει, ξεχνάει να σταματήσει γι’ αυτό και δώσανε τούτο το περίεργο όνομα. -Μια χρονιά, το πενήντα τρία νομίζω, άρχισε να βρέχει στις τρεις του Νοέμβρη και ξέρεις πότε σταμάτησες; μου ‘πε κάποτε ο μπάρμπα Κώστας. -Πότε ρώτησα; Σχεδόν αδιάφορα -Στις δώδεκα του Φλεβάρη. Εκείνο το φθινόπωρο κανείς μας δεν μπόρεσε να οργώσει. Κοντέψαμε να μείνουμε χωρίς σιτάρι. Δέκα μέρες αν κρατούσε η βροχή, δεν υπήρχε περίπτωση να σπείρουμε. Περιμέναμε μια βδομάδα να στεγνώσουν τα χωράφια και καινούρια βροχή ξεκίνησε. Ευτυχώς αυτή τη φορά κράτησε πολύ λίγο. Τελικά τα καταφέραμε να σπείρουμε, αλλά το όψιμο σιτάρι και δεν είχε καλή παραγωγή. Περιορισμένη η παραγωγή και τα σιτάρι εκείνη τη χρονιά δεν έφτασε ούτε για το ψωμί της φαμίλιας. Μαθημένοι όμως σε τέτοιες καταστάσεις με στερήσεις και δυσκολίες τα καταφέραμε. Γι’ αυτό πάντα φροντίζουμε να εξευμενίζουμε τη γη μας. Τις επίγειες αλλά και τις ουράνιε

ΝΑ ΜΕ ΘΥΜΑΣΑΙ

ΝΑ ΜΕ ΘΥΜΑΣΑΙ (Κάποιοι άνθρωποι δεν πρόλαβαν να ζήσουν, θυσιάστηκαν για μας, οφείλουμε να τους θυμόμαστε!) Να με θυμάσαι! Όταν το άροτρο ετοιμάζεις για τη σπορά Να με θυμάσαι στις πεζούλες του θερισμού Να με θυμάσαι στα όνειρα που κάναμε μαζί Στις σταγόνες της κληματόβεργας. στης βροχής τις ασίγαστες μπόρες Δεν τελειώνει η ζωή ούτε τ’ όνειρο. Στις γειτονιές των αγγέλων θεριεύει. Καμένη η ψυχή μας απ τα άδικο, προσδοκά το τιμόνι ν αλλάξει. Για χρόνια του ήλιου το άροτρο μεθυσμένο, μας έχει ξεχάσει. Πείνα και θλίψη στους δρόμους στις αποθήκες το στάρι σαπίζει στις στράτες περνούν οι Αβόλευτοι προσπερνούν κι η γη κοκκινίζει. Στους δρόμους, δε σπέρνουν πλέον χαρά, ρόδα κι αμύγδαλα πλέον δεν έχουν. Απορρίμματα πλέον πετούν και με αίμα του τόπου τα ραίνουν. Να με θυμάσαι, όταν πίνεις κρασί να με θυμάσαι στις στενοχώριες μα προ πάντων, να με θυμάσαι στις χαρές Εγώ δε γνώρισα τη χαρά, εγώ δεν μπόρεσα να ζήσω. Με το χώμα του τόπου μιλώ

ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ Με λυγιές και καλάμια πλέκαμε όνειρα τα καλοκαίρια στα καλάθια της όμορφης ζήσης. Κι ήταν τα καλάθια μας  γεμάτα  με φρούτα κι αρώματα , σκεπασμένα μ’ όνειρα κι ένα κόκκινο λουλούδι από πάνω. Βάζαμε φρούτα ολόφρεσκα κι ομορφιές απ’τον κόσμο της φύσης. Και την Αγάπη την  βάζαμε   πάνω στα καταπράσινα κλαδιά να την μεταφέρουμε στο σπιτικό μας.  Χωρίς να μιλάμε κάναμε καρέκλες από ψαθί, περίτεχνες με  τα γήινα χρώματα της φύσης. και φιλοξενούσαμε τους επισκέπτες και τους κατατρεγμένους, γιατί ήταν δύσκολες οι εποχές κι ήθελες την ανθρωπιά και τη συμπαράσταση να ζήσεις. Τα ξύλινα σκαμνιά μ’ έναν πανέμορφο πρωτογονισμό, έδιναν θέση τους στην ομορφιά, και την νοικοκυροσύνη. Έτσι  γέμιζε  η καρδιά μας με τους πόθους μιας όμορφης άνοιξης.  Αν τύχαινε να ’ναι χειμώνας μαζευόμασταν γύρω στο τζάκι και  λέγαμε ιστορίες για σπορές, νεράιδες και τέρατα κι άλλα παράξενα κι απλά πράγματα που γεννούσαν μυστήριο κι ευτυχία. Μιλούσαμε για τα παλιά και τις επιδιώξεις. Κι ήταν ο κ

ΧΑΜΕΝΕΣ ΑΓΑΠΕΣ

           ΧΑΜΕΝΕΣ ΑΓΑΠΕΣ Στα χωράφια της αδικίας οι κάμποι κιτρίνισαν κι η σοδειά έμεινε αθέριστη και νοθευμένη. Χρυσά σκουλαρίκια φοράνε τα βράχια κι ατρύγητες οι Σκέψεις και οι επιθυμίες. Σώπαιναν τότε τα κλαριά κι ένα γκριζοπράσινο χρώμα σκέπαζε το μεθυσμένο κάμπο. ‘Ήταν ο Αύγουστος μ’ ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί στην αγκαλιά του και τα φεγγάρια κόκκινα κι αυτά κοίταζαν μεθυσμένα την Πανσέληνο. Δεν γύρισα το βλέμμα και μεθυσμένος κοίταξα τα μάτια σου. Χαμένες αγάπες της καλοκαιρινής ραστώνης. Χαμένα φεγγάρια του Αυγούστου τι κρύβεστε στα πέλαγα; Ένα σπασμένο καρπούζι η στράτα μας και εμείς σπουργίτια και τρυγάμε τ’ άρωμά του Γευτήκαμε λαίμαργα τις χαρές και πικραθήκαμε στις λύπες. Διαβάσαμε τα μελλούμενα και προσμένουμε τον κρύο χειμώνα στάχυα αθέριστα είμαστε και περιμένουμε το θέρισμα της μοίρας.         ΓΕΡΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ

ΑΞΕΧΑΣΤΗ ΚΡΟΥΑΖΙΕΡΑ (Διήγημα)

ΑΞΕΧΑΣΤΗ  ΚΡΟΥΑΖΙΕΡΑ Το καράβι μας κατευθυνόταν με μεγάλη ταχύτητα προς τη Ρόδο κι όλοι ήμασταν ευτυχισμένοι, γιατί δεν είχαμε ακόμη αντικρύσει τα μεγάλα μελτέμια, που ξεκινούσαν πάντοτε από το βορά κι έφερναν θαλασσοταραχή και τρόμο στους επιβάτες που ήταν άμαθοι στην θάλασσα του αρχιπελάγους, όπου κατά το πρώτο δεκαήμερο τ’ Αυγούστου, έχουμε συχνά τέτοια φαινόμενα. Μπαίναμε στο Καρπάθιο κι αφήναμε πίσω το Ηράκλειο και το εντυπωσιακό παλάτι του Μίνωα με τις τοιχογραφίες. Στο Καρπάθιο αισθανθήκαμε τα πρώτα τραντάγματα που μεγάλωναν και χτυπούσαν το πλοίο μας κατάπρυμνα κι έκαναν τις γυναίκες να κλαψουρίζουν και να ανησυχούν ιδιαίτερα για την πορεία του πλοίου. Η ταχύτητα του καραβιού, είχε μειωθεί αισθητά κι από 20 κόμβους δεν έφτανε τώρα ούτε τους δέκα. Ένας κύριος, καθισμένος σε αναπηρικό καροτσάκι, προσπαθούσε να παρηγορήσει τα κορίτσια που είχαν γίνει κατακίτρινες απ’ το φόβο. Τους είπαμε κι εμείς να μην φοβούνται γιατί στην Ελλάδα έχει μελτέμια το πρώτο δεκαήμ
  ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΗΣ (18-3-2015) Κρυμμένο ένα πτώμα στα καλάμια γυρεύει, απ’ τον κόσμο να κρυφθεί. γυρεύει ησυχία και γαλήνη, νερό, να ησυχάσει και σιωπή. Γυρεύει με απόγνωση μεγάλη, νερό της λησμονιάς να ξαναπιεί το αίμα ξεραμένο στο μαχαίρι και στην καρδιά του, μια παράξενη πληγή Τούτον, δεν τον σημάδεψε μαχαίρι, ούτε βεντέτα από Κρητικό τούτον τον εσημάδεψε η βία, οι δήθεν φίλοι, η μωρία στο μυαλό. Τον εσημάδεψε το νταηλίκι, η βία, το καψόνι το σκληρό Και η ΔΙΚΙΑ ΣΟΥ αδιαφορία έκανε τον Βαγγέλη μας νεκρό.

~ΙΕΡΗ ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ~ ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΡΟΓΙΑΝΝΗΣ

SUPER MARKET

SUPER MARKET Το « ΥΠΕΡ » το είπαν «SUPER» και την «ΑΓΟΡΑ» « MARKET » την Υπεραγορά « super market « Στην αρχή πουλούσαν coca - cola αναψυκτικά και καφέδες αργότερα έβαλαν πατάτες-κηπευτικά Τώρα κρεοπωλεία-φάρμακα ψωμί απ’ τη Γερμανία κι αγορασμένες ψυχές. βιβλία εκδόσεις και ρούχα κι ό, τι άλλο ποθείς. Οι άνεργοι δύνανται να αιτηθούν έκπτωσης 30% Οι οικονομικά αδύνατοι 20% ΟΙ μονογονεϊκές οικογένειες 25% Το προσωπικό που εργάζεται στα ΑΕΙ και ΤΕΙ 50% Η επανεγγραφή δικαιούται έκπτωση 15% Η καταβολή διδάκτρων γίνεται και με δόσεις. Οι διδακτικές μονάδες έχουν Ευρωπαϊκή αναγνώριση… ... το δίπλωμα επιμόρφωσης ανοίγει …νέες προοπτικές.. Πρόβλημα δεν είναι τα « Surer Market »… αλλά τα Πανεπιστήμια μας…που μετατράπηκαν σε… ... « SUPER MARKET ». και πουλάνε… ΑΓΟΡΑΣΜΕΝΕΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΙΣ … ..κι ΑΓΟΡΑΣΜΕΝΕΣ ΨΥΧΕΣ. Γερογιάννης Γιάννης.
ΤΟ ΠΑΘΗΜΑ ΕΝΟΣ ΛΗΣΤΗ Δεν είναι πόνος η ζωή έχει και τις χαρές της έχει και το χαμόγελο. και τις αναποδιές της. Άμα δεν είσαι άξιος σε παίρνει από κάτω κι αν δεν το χειριστείς καλά σε πάει για τον πάτο Ένας ληστής κακόμοιρος, επήγε για να κλέψει κατάστημα ηλεκτρονικό μα η τύχη «του ‘χε φέξει» Του έπεσε το όπλο του σκύβει για να πιάσει κι έφαγε ξύλο ο δύστυχος που δε θα το ξεχάσει. Το όπλο του, δεν έπιασε -λαχτάρα τον εζώνει- κι έφυγε δίχως σώβρακο και δίχως παντελόνι.             Γερογιαννης Γιάννης.
ΗΛΙΟΣ ΠΟΥ ΦΩΤΙΖΕΙ Ταξίδευες καθημερνά στα σύννεφα Και ράντιζες τη γη με τ’ άρωμά σου. Γονάτισε ο ήλιος και τα Τάρταρα Και τα έβαψες με αίμα της καρδιάς σου. κι ο ήλιος βγαίνει τώρα κόκκινος Ζωγράφισε τη γη με το άρωμά σου Τα σύνορα της χώρας χαρτογράφησες και αίμα ελληνικό απ' τη γενιά σου Αρμύρα μας επότισε ο Όμηρος Με γνώση και σοφία ο Σωκράτης και τα παιδιά μας μ’ αίμα χρωματίζουνε τα σύνορα στης χώρας το χάρτη. Σταγόνες κατακόκκινες στα σύννεφα το αίμα σου τα όνειρα ποτίζει Τα βλέπει ο λαός μας γιγαντώνονται κι εσύ σαν ήλιος πάντα μας φωτίζεις Γερογιάννης Γιάννης

ΤΟ ΠΕΡΙΤΥΛΙΓΜΑ

ΤΟ ΠΕΡΙΤΥΛΙΓΜΑ Κάθε σου ποίημα είναι ένα κουτί Φτιαγμένο με περίτεχνο μεράκι Κάθε π’ ανοίγεις βλέπεις Όμορφη γραφή κι άλλες φορές Κάποια παλιά φωτογραφία Τα πούρα βλέπεις τον καπνό σοκολατένιες γεύσεις κι ευωδίες. Ταξίδια, σε μυστήρια, γραφές κι άλλες φορές την τρυφερή μας ηλικία νιώθεις τις γεύσεις ή ένα παγωτό και ξεχασμένες μέρες κι ιστορίες Μπορεί να βρεις πολλά μπαχαρικά και κάποια ίσως δώρα, που σπανίζουν. Θα ακούσεις ήχους και φωνές να σε καλούν ίσως και κάποια μέρα να δακρύσεις. Το περιτύλιγμα εξόχως σαγηνευτικό στα ματιά η ηδονή κι η αγωνία το περιτύλιγμα κοιτάζεις και ποθείς Ψάξε να βρεις λοιπόν και την ουσία. Γερογιάννης Γιάννης 1/7/18
ΑΡΧΑΙΑ ΣΚΟΥΡΙΑ (Βραβευμένο ποιήμα από τον Ζ Πανελλήνιο Διαγωνισμό Σκοπέλου "Καισάριος Διαπόντες" 2018) Δε μας θώπευσε η ελπίδα κι ο άνεμος. Μας άγγιξαν μόνο της γης τα περιβόλια και τα χνάρια της. Αφουγκραστήκαμε το χώμα και γευτήκαμε τα άνθη της θάλασσας μηνύματα της γνώσης αφημένα απ’ του καιρού τη βορά και το αντάριασμα. Δε θεμελιώσαμε στην άβυσσο και δεν κουρσέψαμε τα τείχη της Τροίας απλά συνεχίσαμε το βάδισμα στα χνάρια τα από χρόνια σμιλευμένα. Περπατήσαμε στο φως και το κουρσέψαμε και το κάναμε γνώση και τέχνη παμπάλαια γνώση αρχέγονη κι αποχτήσαμε το χάρισμα της σκέψης. Νέους κόσμους χαράξαμε και γευτήκαμε το χρώμα της αγάπης και του ήλιου «Δεν έχει χρώμα η αγάπη» ψιθύρισες άχρωμο όνειρο κάθε μέρα πέντε υφάντρες μας υφαίνουν οι αισθήσεις, που αφουγκράζονται τη σκέψη μας κι ακουμπάνε τις χαρές μας και τις λύπες. Περπατήσαμε χιλιόμετρα αδιάκοπα για να φτάσουμε στη χώρα της Ελπίδας «Δεν έχει τόπο», μου φώναξες. Η Ελπίδα είναι ένα όνειρο που φεύγει. Ακονίσαμε τη

VID 20180509 225948

https://www.youtube.com/watch?v=lACQ3Nde6jA&feature=youtu.be ΕΡΖΕΡΟΥΜ Στην Αμάσεια, τα σπίτια καπνίζουν ακόμα οι μνήμες του πόντου, οι διωγμοί κι η μεγάλη πορεία Τα χωριά της Κερασούντος, καμένα  η γενιά μας νεκρή ο λιμός, αγκαλιά με το το πλήθος χιλιάδες νεκροί προχωρούν. « Ένα έθνος μία χώρα « τα άλλα έθνη; Αρμένιοι, Έλληνες , Ασσύριοι, σφαγμένοι βαδίζουν Θεοδοσία ή Ερζερούμ «η χώρα των Ρωμιών» Το τζάκι καπνίζει, κοχλάζει νερό του τσαγιού ο πάγος σκεπάζει τα πεζοδρόμια. τρέμουλο στην ψυχή μας Αμελέ ταμπουρού - Γκουλάγκ εργασίας, στρατόπεδο συγκέντρωσης κι αφανισμού Πορεία στον Πόντο, σημαίνει σφαγή Πορεία στον Πόντο, σημαίνει ντροπή. εθνοκάθαρσης έμπνευση σοφών Γερμανών. το κάστρο μακραίνει στολίζει την πόλη την πόλη «εξορία Ρωμιών» όμορφη πόλη με χιόνι με κρύο προ πάντων σκιέρ ικανών. Καθάριος αέρας, χαϊδεύει τον μπλε αστρικό ουρανό περίτεχνη πύλη, παλιού ξακουστού Μεντρεσέ αρώματα, φρούτα μας κραίνουν τελάληδες ήχοι, πραμάτειες πωλούν. Σ ένα παγκάκι φιλιούνται οι νέοι τα ά

ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ ΠΟΛΕΜΟΥ

ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ ΠΟΛΕΜΟΥ   Οι σφαγές στο Δίστομο, στα Καλάβρυτα, στους τόπους μαρτυρίου, σφράγισαν την Ιστορία μας. Εδώ γίνεται λόγος για μια άλλη σφαγή στον πολιτισμό μας, από τους Ναζί.που δυστυχώς, δεν αποφεύχθηκε παρά τις ηρωικές προσπάθειες που έκαναν οι Έλληνες αρχαιολόγοι, να κρύψουν κάτω απ’ τα δάπεδα του μουσείου,τα μνημεία μας. Έσκαψαν τα δάπεδα του Μουσείου και μας έχωσαν κατάσαρκα μέσα στο χώμα , γυμνά τα κορμιά ηρώων, σκέπασαν  τις φλέβες τους με τις φλέβες της γης.  Μας έχωσαν στους τάφρους και στα σπήλαια  κι έριξαν από πάνω μας τσιμέντο,  γύψος και άμμος σκέπασαν τα αγγεία μας  και μας έκρυψαν στις πέτρινες καλύβες της καρδιάς.  Οι Γερμανοί δε μας βρήκαν αδέρφια. Δεν χάραξαν με σβάστικα το αίμα και τους μύθους των Γραικών  και τα οστά μας κειμήλια κρυμμένα μέσα στη γη σαν το λαό  στα καταφύγια και στα έγκατα της γης, Σε σπηλαιώδης τάφους ο Απόλλων κι Πυθία των Δελφών.  Ρίζες χιλιόχρονες, βαθιά μέσα στη γη, σαν την ελιά  Άδεια τα βάθρα του μουσείου. Χάραξαν με προστυχι

ΕΞΟΔΟΣ

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ  Ορφάνεψαν τα βόλια και τα δάκρυα στέρευσαν μακρινές οι στράτες κι οι ξυπόλυτοι, ποδέθηκαν πείνα και θυσία. Σώθηκαν τα λόγια γευματίσαμε αίμα και μαρτύριο φάγαμε αλάτι και πικράδα. Κοινωνήσαμε μπαρούτι Σκάψαμε λαγούμια πορευτήκαμε στα τάρταρα ακουμπήσαμε τον Άδη λαβωμένοι  σφάχθηκαν τ’ ανήμπορα παιδιά μας και βαδίζαμε μες στις χαράδρες των βουνών Και μες τα στήθη, ζωγραφίσαμε με αίμα τη μορφή της, «Ελευθερία»τη φωνάξαμε κι η γη σκοταδιασμένη έτρεμε κάτω απ’ τα πόδια μας και τα μπαρούτια είχαν βάψει τα γένια μας μαύρα φορέσαμε για μάτια ανθρώπινο μαρτύριο -είχαμε συνηθίσει τη θυσία- και τα βουνά μας ναυαγισμένα από το αίμα  κλαίγανε για τα ανήλικα παιδιά που τ’ ακούμπησε η πείνα και ο θάνατος. Η γενιά μας δεν έκλαψε, είχε στερέψει  Κι απ’ τα δάκρυά έβγαινε ο φόβος κι ο θάνατος πλέον δε μας τρομάζει ο θάνατος ζήσαμε και χειρότερα Πικρή η αλήθεια, την αντέξαμε Γυμνές σαν σπαθιά οι κουβέντες  Τηράξαμε δεξιά μας μιαν άβυσσο Τηράξαμε κι απ’ την άλλη το ψέ

Ασφαλής Πλοήγηση στο Διαδίκτυο - Τηλεοπτικό σποτ (1)

Ο Καραγκιοζης σε ασφαλή πλοήγηση

Δραστηριότητες στη φύση Τρέξιμο και αθλητικές δραστηριότητες οικολογικές παρεμβάσεις Γεύμα (Πικ-Νικ) Περίπατος και αναψυχή  Καλλιτεχνικές δραστηριότητες

ΠΛΑΣΤΙΚΗ ΣΑΚΟΥΛΑ

Η ΑΝΟΙΞΗ Σ τη χώρα της σακούλας άρχισαν τις διαμαρτυρίες για το  πολύτιμο πλαστικό που στόλιζε τις παραλίες και τα δάση μας κι οι γριές από τα χαράματα ανακάτευαν τις σακούλες για να νιώσουν ηδονή και απόλαυση με το πολύτιμο τούτο απόκτημα. Οι διαμαρτυρίες ξεκίνησαν κι η μάχη πλησιάζει. Σύντροφοι πως θα αντέξουμε χωρίς σακούλα; -Κοιτάξατε ποτέ το περιεχόμενο; Αν ναι πείτε μου γιατί, ενώ τα ψώνια λιγοστεύουν στην αγορά, οι σακούλες πολλαπλασιάζονται; -Γιατί στις όμορφες θάλασσες; -Σε πόσα χρόνια λιώνουν τα χιόνια στα βουνά; Σε πόσα χρόνια θα λιώσουν οι σακούλες; -Κατανοώ απόλυτα την αγωνία σας. -Μήπως όμως πρέπει να κατανοήσετε τις δικές μας ανησυχίες. Την αγωνία της θάλασσας ποιός κατανόησε;                      -Ποιος άκουσε τη φώκια να φωνάζει;  -Ποιος το τραγούδι της ζωής  ψιθύρισε;  -Ποιος άκουσε το χώμα που ευωδιάζει; Χιλιάδες σακούλες σκεπάζουν τα μνημεία μας και τα εκατόν τριάντα δύο χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα της  ακτογραμμής μας, αναδεικνύοντας πε